The Great Seas of Meredor, 18 May 492 A.D., Anna's Pov {6th scene}

Τα βλέφαρα μου τρεμόπαιξαν νιώθοντας το κρύο ρίγος να διαπερνάει την ραχοκοκκαλιά μου, να πλημμυρίζει το κορμί μου. Ανοιγόκλεισα τα μάτια μου, στο άκουσμα των πουλιών που αισθανόμουν να πετούν ακριβώς από πάνω μου. ‘Γλάροι..;’Συλλογίστηκα αλλά δεν ήμουν και σίγουρη. Ένιωθα τα ρούχα μου, ακόμα και τον μανδύα μου κολλημένα πάνω μου, υγρά, βρεγμένα. Τα κύματα κάθε τόσο με αγκάλιαζαν καθώς η θάλασσα με ξέβγαζε στην αμμουδιά. Το κεφάλι μου κουνήθηκε, μετακινήθηκε πάνω σε κάτι. Το ανασήκωσα απορημένη συνειδητοποιώντας πως όλη αυτή την ώρα βρισκόμουν ξαπλωμένη, αναίσθητη – όπως και εκείνος – πάνω στο σώμα του Lancelot. Φαίνεται πως στην προσπάθεια μου να τον σώσω, είχα πέσει πάνω του με ορμή, κατά την μεταφορά μας απ’το Νησί καλύπτοντας τον, προστατεύοντας τον έτσι απ’το Πέπλο. Έπειτα θυμόμουν να παλεύω με τα κύμματα, το ρεύμα της θάλασσας, καθώς εκείνο με τράβαγε μαζί με τον ιππότη στο βυθό του, ενώ εγώ έκανα υπεράνθρωπες προσπάθειες να αναδυθούμε κι οι δυο στην επιφάνεια. Τελικά μεταφέρθηκα για άλλη μια φορά με τις δυνάμεις μου προς τα έξω, αλλά αισθανόμουν τέτοια εξάντληση που δεν μπορούσα να μας απομακρύνω περισσότερο.
Καθώς ο ιππότης έπαιρνε βαθιές ανάσες και ένιωθα το στήθος του να ανεβοκατεβαίνει κάτω απ’την πανοπλία του,-κάτι για το οποίο ευχαριστούσα τον Θεό που είχαμε φτάσει και δράσει εγκαίρως-διέκρινα κάτι κόκκινο να στάζει απ’την δεξιά μεριά του αυτιού του, λίγο πιο πάνω απ’το λαιμό του. Άπλωσα το χέρι μου εξετάζοντας την πληγή και άγγιξα το αίμα που έτρεχε από εκεί. ‘Είναι πληγωμένος.’Μουρμούρισα από μέσα μου. Την ίδια ώρα η ματιά μου έπεφτε πάνω στο χέρι μου, διαπιστώνοντας πως το δαχτυλίδι του προσωρινού κυβερνήτη του Camelot δεν υπήρχε πλέον εκεί. Είχε αφήσει μόνο ένα αραιό σημάδι στη θέση του. Χαμήλωσα το κεφάλι μου στην καρδιά του Lancelot, χωρίς να το καταλάβω, τοποθετώντας το εκεί, αφήνοντας κάποια δάκρυα να ελευθερωθούν απ’τα μάτια μου, θρηνώντας έτσι την χαμένη μου αγάπη. Δεν θα ξαναέβλεπα ποτέ τον Agravaine.
Ο Lancelot ξερόβηξε βγάζοντας το νερό της θάλασσας απ’το στόμα του, και αφήνοντας ένα βογκητό πόνου, φέρνοντας το χέρι του στον σβέρκο του και προσπαθώντας έτσι να ανασηκωθεί. Αμέσως εγώ τινάχτηκα όρθια και σκούπισα αμέσως τα μάτια μου. Ίσιωσα το κορμί μου, έφτιαξα όσο μπορούσα –παρ’όλο που ήταν βρεγμένα- τα ρούχα μου και στάθηκα μπροστά στον ιππότη με βλέμμα ανήσυχο αλλά και αποφασιστικό, έτοιμη να τον αντιμετωπίσω.

Περίμενα μέχρι που ο Lancelot είχε ανοίξει πλέον για τα καλά τα μάτια του, είχε φέρει τα χέρια του σε αυτά τρίβοντας τα, κοιτούσε τριγύρω του παραξενεμένος, και τώρα έγερνε το βλέμμα του προς εμένα. Μέσα σε κλάσματα δευτερολέπτου είχε πεταχτεί και εκείνος όρθιος, τραβούσε το σπαθί απ’το θηκάρι του και το άπλωνε προς το μέρος μου. Σήκωσα και εγώ τα χέρια μου στον αέρα παίρνοντας αμυντική στάση όπως πάντα.
«Sir Lancelot, σας παρακαλώ σταματείστε. Μπορώ να σας εξηγήσω.»πρόφερα τα λόγια μου με δυσκολία, ενώ την ίδια ώρα έβηχα κι εγώ. Δεν είχα αποβάλλει απ’τον οργανισμό μου το αλμυρό νερό και με ενοχλούσε.
«Μorgause!..»βρυχήθηκε με κόπο εκείνος. «Σε ξέρω πολύ καλά.»συνέχισε και με μια απότομη κίνηση είδα το ξίφος να κατευθύνεται προς το μέρος μου, με στόχο την καρδιά μου. Κινήθηκα αμέσως και εξαϋλώθηκα. Την επόμενη στιγμή βρισκόμουν ακριβώς από πίσω του. Ένιωθα το αίμα να μου ανεβαίνει στο κεφάλι, τα νεύρα μου ήταν έτοιμα να σπάσουν. Περισσότερο δεν άντεχα να σπαταλώ τις δυνάμεις μου κάθε τόσο για ψίλου πήδημα.
«Το όνομα μου είναι Annelyse Sir!»φώναξα δυνατά με πείσμα, τονίζοντας την φράση μου, θέλοντας να δώσω έμφαση στην ταυτότητα μου, σφίγγοντας τις γροθιές μου, και κατακευρανώνοντας τον ιππότη με ύφος δολοφονικό. Εκείνος έγειρε προς το μέρος μου έκπληκτος, και συνάμα τρομαγμένος. «Annelyse Hastings!» Επανέλαβα σοβαρά χαμηλώνοντας κάπως τον τόνο της φωνής μου. «Αλλά όλοι προτιμούν όπως κι εγώ να με φωνάζουν ‘Anne.’ Ναι είμαι κι εγώ Μάγισσα –όπως η καταραμένη η Μorgause- με την διαφορά όμως πως εγώ δεν συμμερίζομαι τις καταστροφικές διαθέσεις της και την μανία της για εξουσία. Επίσης προέρχομαι απ’το μέλλον, απ’το πολύ μακρινό μέλλον, Θέλεις να μάθεις πόσο μακρινό ιππότη;! 1500 χρόνια μετά , συγκεκριμένα απ’το 2014 μ.Χ.!!» Ο Lancelot δεν είχε αρθρώσει λέξη, με παρατηρούσε όλη αυτήν την ώρα με το στόμα ανοιχτό. Συνέχισα απτόητη , δίχως να του αφήνω περιθώρια να μιλήσει. «Σκοπός μου είναι, εφόσον έχω γυρίσει στην εποχή σου, να σώσω ζωές Sir Lancelot. Ζωές όπως την δική σου!» Άπλωσα το χέρι μου προς το μέρος του δείχνοντας τον προς στιγμήν. «Και όχι για να αφαιρέσω, Αν επιθυμούσα να σε σκοτώσω πίστεψε με θα’το’χα κάνει ήδη. Και στο κάτω κάτω γιατί να σε σκοτώσω, απ’την στιγμή που σε έσωσα μου εξηγείς;! Ούτε καμιά τρελή είμαι, ούτε παράλογη, ούτε ανώμαλη. Πόσο μάλλον για το τελευταίο να είσαι σίγουρος.»
Σταμάτησα να πάρω μια ανάσα απηυδισμένη ρίχνοντας του ύποπτες ματιές ταυτόχρονα. Έφερα το χέρι στην κοιλιά μου, νιώθοντας έναν ελαφρύ πόνο εκεί, ‘Το ξόρκι του Μerlin’ υπέθεσα ξανά καταφεύγοντας σε ένα βράχο εκεί κοντά. Λύγισα τα γόνατα μου και βολεύτηκα πάνω του, χωρίς να παίρνω την παλάμη μου απ’το κορμί μου, εξακολουθώντας να ανασαίνω αδύναμα, Ο Lancelot με πλησίασε δίχως να απομακρύνει το ξίφος από κοντά μου, κρατώντας το τώρα και με τα δυο του χέρια, Ακόμα δεν με εμπιστευόταν.
«Πως ξέρω πως όλα αυτά δεν είναι κάποια παγίδα; Πως μπορώ να είμαι σίγουρος πως μου λες την αλήθεια;»μίλησε ύστερα από λίγες στιγμές.
«Άντε πάλι τα ίδια.»μουρμούρισα απελπισμένη.
«Γιατί με έφερες εδώ;!»ρώτησε αμέσως φανερά αγριεμένος.
«Γιατί αλλιώς θα σκοτωνόσουν!»του απάντησα με ύφος βλοσυρό.
«Είχα δώσει έναν όρκο, μια υπόσχεση!»αναφώνησε εκείνος.
«Στην λατρευτή σου Guinevere, ναι το γνωρίζω!!, Δεν χρειάστηκε να τηρήσεις την υπόσχεση σου όμως απ’την στιγμή που βρισκόμαστε εμείς εδώ για να σας σώσουμε. Μάθε επίσης πως αν πέθαινες ο θάνατος σου χαμένος θα πήγαινε. Το Camelot ούτως η άλλως μετά από λίγα χρόνια θα οδηγούνταν στην πτώση του, Αυτό όμως δεν πρόκειται να συμβεί απ’την στιγμή που εγώ κι η οικογένεια μου γυρίσαμε πίσω για να υπερασπιστούμε το τομάρι σας! Και χαμήλωσε το ξίφος σου επιτέλους, Δεν χρειάζεται να το επιδεικνύεις συνέχεια μπροστά στη μούρη μου, Αμάν!» Είχα φτάσει πια στα όρια μου, απευθύνοντας του τον λόγο με αυτόν τον τρόπο, αλλά εφόσον δεν μου είχε εμπιστοσύνη δεν μου έμενε άλλη επιλογή απ’το να του φερθώ κι εγώ ανάλογα.
Του έριξα ένα βλέμμα καχύποπτο καθώς έβαζε το σπαθί πίσω στο θηκάρι του. Δόξα το Θεό… Αναστέναξα από μέσα μου. Τον έβλεπα τώρα που εξέταζε την βρεγμένη του στολή, φαινόταν σαν να ήθελε να βγάλει την πανοπλοία από πάνω του γιατί τον βάραινε. Ήταν βρεγμένος απ’την κορυφή ως τα νύχια. Βέβαια η δική μου περίπτωση δεν διέφερε κατά πολύ απ’την δική του. Τα χέρια του τινάζονταν συνέχεια γύρω του, θέλοντας να απομακρύνει το νερό ώσπου κάποια στιγμή έμειναν ακίνητα δίπλα δίπλα στα πλευρά του.
«Οι υπόλοιποι; Ο Αρθούρος, ο Gwaine…; Ο Μerlin;»θέλησε να μάθει. Ο τόνος της φωνής του αυτή τη φορά ακούστηκε πιο ήρεμος, αλλά ήμουν σίγουρη μέσα απ’αυτόν μπορούσα να αναγνωρίσω την ανησυχία και τον φόβο του για εκείνους.
«Δεν χρειάζεται να ανησυχείς, οι αδελφές μου θα έχουν καταστρέψει το Πέπλο, θα έχουν αναμετρηθεί με την Κύλιξ και θα την έχουν βγάλει απ’τη μέση χωρίς να πληγωθεί κανείς.»του αποκρίθηκα κι εγώ υιοθετώντας ίδιο ύφος με εκείνον.
«Οι αδελφές σου;»αναρωτήθηκε εκείνος.
«Η οικογένεια μου.»του εξήγησα. «Είναι και εκείνες μάγισσες, δυνατές και ισχυρές όπως κι εγώ, κι ίσως οι πιο πανίσχυρες της γενιάς μου. Ακριβώς όπως και ο Μerlin σε αυτόν τον χρόνο και τόπο.»
Ο Lancelot χαμήλωσε το κεφάλι προς το έδαφος, αφήνοντας ένα κρυφό γελάκι να του ξεφύγει, φέρνοντας τα χέρια του στη μέση, αδυνατώντας να πιστέψει ό,τι του συνέβαινε. Ανασηκώθηκα και τον πλησίασα προσεχτικά.
«Γνωρίζεις πολύ καλά τον Μerlin ιππότη, γνωρίζεις την μαγεία του, τις δυνάμεις του. Έχεις γνώση του τι μπορεί να κάνει, πόση καλοσύνη κρύβει μέσα του. Δεν θα έβλαπτε, δεν θα έκανε ποτέ κακό σε κανέναν, Κάποτε του είχες πει, πως είναι τόσο γενναίος που αν γινόταν τότε ο Αρθούρος θα έπρεπε εκείνον να χρήσει ιππότη.»
«Πως το ξέρεις αυτό;»με ρώτησε εκείνος ρίχνοντας μου μια εκστατική ματιά, γουρλώντας τα μάτια του, κοιτάζοντας με την ίδια ώρα έντονα. ‘Θεέ μου, είσαι πράγματι πανέμορφος, ο αγαπημένος μου ιππότης.’Συλλογίστηκα με πόνο.
«Εμπιστεύσου με, θέλω…, επιθυμώ ότι και ο Merlin. Το Κάμελοτ ασφαλές όπως κι ο μελλοντικός βασιλιάς του. Δεν επιζητώ το κακό κανενός. Αντιθέτως είμαι εδώ για να βοηθήσω. Εμπιστεύσου με…»μίλησα ξανά απλώνοντας το χέρι μου προς το μέρος της πληγής του. «Μπορώ να σε θεραπεύσω. Μην με φοβάσαι ιππότη.»πρόσθεσα καθώς τον ένιωσα να οπισθοχωρεί, να απομακρύνεται από μένα.
Η παλάμη μου έμεινε ανοιχτή, ακίνητη να αιωρείται πάνω απ’το δεξί αυτί του Lancelot, ενώ εξέπεμπε ένα ασημόλευκο γαλάζιο φως και θεράπευε το τραύμα του. Μετά από ένα λεπτό ο Lancelot ψηλάφισε την πληγή για να διαπιστώσει έντρομος πως πλέον δεν έτρεχε καθόλου αίμα από εκείνο το σημείο. Απομάκρυνα το χέρι μου χαμογελώντας του αχνά.
«Ορίστε, η Μorgause δεν θα το έκανε ποτέ αυτό.»σχολίασα κάνοντας του μια γκριμάτσα με το χέρι μου.
Εκείνος έπιασε την παλάμη μου απότομα στον αέρα και την έφερε κοντά του. Πάγωσα.
«Ευχαριστώ.»μουρμούρισε ξεφυσώντας νευρικά, φαινόταν σαν να πιεζόταν να μιλήσει. Το βλέμμα του, οι κόγχες των ματιών του εξέταζαν ανήσυχα τον χώρο τριγύρω καθώς είχε χαμηλωμένο το βλέμμα του. Κούνησα κι εγώ το κεφάλι μου γνέφοντας του ‘παρακαλώ’. Αισθανόμουν τόσο αμήχανα όσο κι εκείνος. Ωστόστο στη συνέχεια τον άκουσα να λέει: «Δεν μπορώ όμως να σε εμπιστευτώ τόσο εύκολα. Χρειάζομαι… χρειάζομαι αποδείξεις.»
Πήγα να ανοίξω το στόμα μου, θέλοντας να τον καθησυχάσω για άλλη μια φορά αλλά εκείνη τη στιγμή γείραμε έξαφνα και οι δυο μας προς το μέρος απ’όπου ερχόταν ο θόρυβος που είχε προκαλέσει ο κόκκινος στρόβιλος πίσω μας, Μέσα απ’τις φλόγες εμφανίστηκαν η Μorgan με την Εlena και την Jane. Ο Lancelot αυτόματα με τράβηξε προς το μέρος του, βάζοντας το χέρι του μπροστά μου –μα τι σκεφτόταν; Αναρωτιόμουν, να με προστατέψει απ’την οικογένεια μου;- τραβώντας για άλλη μια φορά το ξίφος του απ’την ζώνη του. Μπήκα ανάμεσα σε εκείνον και τις αδελφές μου.
«Μη! Είναι η οικογένεια μου!»φώναξα φέρνοντας τα χέρια μου προς εκείνον, συγκρατώντας τον, θέλοντας να τον σταματήσω.
Τα βλέμματα μας όμως μείνανε να παρατηρούν το κενό, έχοντας πάρει μια αλλόκοτη έκφραση, αντιλαμβανόμενοι κι οι δυο τον καβγά που είχε στηθεί ακριβώς από πίσω μας, μεταξύ της Μorgan και της Εlena. Έγειρα το κεφάλι μου πίσω τους, προς το μέρος τους, ενώ ο Lancelot είχε μείνει με το στόμα ανοιχτό και με ύφος αποσβολωμένο, μην πιστεύοντας στα μάτια του. Η Jane –αφού ξεφύσηξε κουρασμένα, φέρνοντας για λίγο την παλάμη στο μέτωπό της- αποσύρθηκε σε μια μεριά, κοντά σε ένα βράχο δίπλα στην ακτή, κι βολεύτηκε εκεί αγκαλιάζοντας τα γόνατα της περιμένοντας να λήξουν οι συνηθισμένοι διαπληκτισμοί των αδελφών μου. Έπιασα τον Lancelot κανά δυο φορές να την παρατηρεί έκπληκτος - φυσικό,αν λάβει κανείς υπόψιν του πως ήταν φτυστή η αγαπημένη του βασίλισσα- χωρίς όμως ταυτόχρονα να παίρνει το βλέμμα του απ’την Μorgan ή την Εlena. Ένιωσα ένα μικρό τσίμπημα ζήλιας να με κυριεύει, ενώ την ίδια ώρα σκεφτόμουν τρόπους για να σταματήσω τον καβγά αλλά δεν είχα ιδέα πως;!
«Μπορείς να μου πεις τι σε έπιασε και σπαταλάς τις δυνάμεις σου κατά αυτόν τον τρόπο;!
Και τι είναι αυτά τα Βαλυριανά που πετάς όλη την ώρα, σαν μια άλλη Νταυνέρις Θυελλογέννητη;!»φώναζε η Εlena έξω φρενών καθώς τα μάτια της πέταγαν σπίθες προς την μικρότερη αδελφή μας, με τις γροθιές της σφιγμένες. Γιατί είχα την εντύπωση πως μπορεί να την ανατίναζε; Συλλογιζόμουν έντρομη.
«Έχεις γλώσσα και μιλάς μετά απ’την ανατίναξη του Πέπλου αλλά και της Φύλακα;! Και καλά την Κύλιξ, ήταν αχώνευτη. Δεν σκέφτηκες τις ψυχές του Κάτω Κόσμου;! Κατέστρεψες την Κόλαση Εlena και τώρα τα πνεύματα αυτά δεν θα έχουν που να πάνε, Αν απομείνουν εδώ χωρίς να έχουν την θέληση να προχωρήσουν προς το Φως ή αλλιώς τον Παράδεισο, τότε το τέλος αυτού του βασιλείου μπορεί να αποβεί ολέθριο και να συμβεί πολύ πιο σύντομα απ’ότι φανταζόμασταν.»μίλησε δυνατά η Μorgan έχοντας σταυρώσει στην αρχή τα χέρια της, φέρνοντας τα στο στήθος της. Αργότερα όμως τα χαμήλωσε κι τα άφησε να αγγίξουν τη μέση της, ενώ το ύφος της κατακεραύνωνε την Εlena.
«Μην ξεφεύγεις απ’το θέμα, και λέγε γιατί μιλάς την ίδια αρχαία γλώσσα που γνωρίζει κι ο Μerlin; Επίσης τι έκανες γονατιστή τόση ώρα πάνω απ’τον ιππότη;»ζήτησε να μάθει η αδελφή μου στη συνέχεια, προσπερνώντας όλα όσα είχαν ειπωθεί απ’την Μorgan.
Δεν πίστευα σε ότι άκουγα, κι είχα γουρλώσει τα μάτια μου κι εγώ, όπως κι ο Lancelot καθώς ανταλλάζαμε ανήσυχες ματιές. ‘Το Πέπλο… η Κύλιξ είχαν ανατιναχτεί, καταστραφεί. Μα νόμιζα πως θα ρίχναμε την Φύλακα μέσα στο Πέπλο και με κάποιον τρόπο θα το εξαφανίζαμε χωρίς να θυσιαστεί κανείς.’μονολογούσα από μέσα μου, Έγειρα ξανά στις αδελφές μου.
«Αυτό είναι δικός μου λογαριασμός, Εlena!»μούγκρισε η Μorgan και απέστρεψε το βλέμμα της από την αδελφή μου.
«Μίλα που να σε πάρει οργή, πριν σε ανατινάξω Μorgan.» Η Εlena είχε φέρει κοντά τα χέρια της.
«Εφάρμοσα το ξόρκι του δυναμικού-προστατευτικού μου πεδίου. Δεν θέλω να πάθει κακό. Ορίστε! Είσαι ευχαριστημένη τώρα;!»
«Ανόητη! Θέλεις να πεθάνεις νωρίτερα από όλες μας;!»βρυχήθηκε αγανακτισμένη η Εlena. «Νομίζεις πως δεν έμαθα τα σχέδια σου για την διάσωση του, εκείνου και του Percival;! Αλλά αυτό που έχεις να το βγάλεις απ’το μυαλό σου, Έχασα την μητέρα μας, τη γιαγιά μας, τον ξάδελφο μας, κι στο τέλος τον έρωτα της ζωής μου. Αν νομίζεις πως θα σ’αφήσω να χαθείς κι εσύ είσαι πολύ γελασμένη.» Η Εlena είχε έρθει στα όρια της, πήρε μια βαθιά ανάσα και πρόσθεσε: «Και τώρα πες μου, πως ξέρεις την γλώσσα του Emrys;! Την χρησιμοποίησες επίσης για να γυρίσουμε πίσω στο χρόνο. Λέγε!!»ούρλιαξε στο τέλος.
«Δεν ξέρω!!»σύριξε στον ίδιο τόνο η Μorgan κι ευθύς αμέσως νιώσαμε την γη να σείεται και τις φλόγες γύρω μας να μας περικυκλώνουν.
Έριξα μια σύντομη ματιά προς την ξαδέλφη μου, προειδοποιώντας την και απλώνοντας κι εγώ τα χέρια μου ψηλά, δημιούργησα ένα στρόβιλο αέρα που κινήθηκε γύρω απ’τις αδελφές μου αποσπώντας τους την προσοχή. Την ίδια ώρα η Jane δημιουργούσε με τις ήρεμες κινήσεις των χεριών της, κύματα νερού που απλώθηκαν πάνω στην φωτιά παγώνοντας την και σπάζοντας την στη συνέχεια σε χίλια κομμάτια, ενώ έπεφτε πάνω μας σαν βροχή από διαμάντια. Λίγες στιγμές αργότερα η Εlena κι η Μorgan έστρεψαν τις ματιές τους τρομαγμένες προς την μεριά την δική μου και του ιππότη, ενώ η Jane χαμήλωνε τα χέρια της στα πλευρά της, ελαφρώς ενοχλημένη και απελπισμένη. Αναστέναξε απαλά και με πλησίασε.
«Θα μπορούσατε σας παρακαλώ…»ξεκίνησα ήρεμα και τρυφερά, αλλά δεν άντεξα στη συνέχεια και… «ΝΑ ΒΓΑΛΕΤΕ ΤΟΝ ΣΚΑΣΜΟ!»ξέσπασα ουρλιάζοντας δυνατά με όλη την δύναμη που διέθεταν οι πνεύμονες μου. «Όντας μεγαλύτερη σας, πιστεύω πως έχω κάθε δικαίωμα να απαιτώ την συμμόρφωση σας αλλά και την ψυχραιμία σας κατά την διάρκεια της διάσωσης. Όταν ολοκληρωθεί η αποστολή μας μπορείτε να φαγωθείτε όσο θέλετε, όπως κάνετε συνήθως. Για την ώρα όμως δεν θα ανεχτώ άλλα ξεμυαλίσματα και καβγάδες, συννενοηθήκαμε;! Έχουμε σοβαρότερα προβλήματα να σκεφτούμε και σε πολλά αναπάντητα ερωτήματα…»έδειξα τον Lancelot με μια απαλή κίνηση του χεριού μου λίγο πιο πίσω. «…να εστιάσουμε την προσοχή μας. Μακάρι να είχα το κουράγιο, την δύναμη και την εξυπνάδα να διευθύνω αυτή την αποστολή εγώ η ίδια αλλά θεωρώ την Εlena την πιο αρμόδια για κάτι τέτοιο, καθότι δεν παρασέρνεται απ’τα συναισθήματα της και απ’το πάθος της όπως εγώ. Αλλά αν επαναληφθεί ανάλογη σκηνή, φοβάμαι πως θα πρέπει να ηγηθώ εγώ της αποστολής, και μάλιστα δεν θα πάρω καν την άδεια σας. Αλλά θα ενεργήσω εν αγνοία σας και όπως θέλω εγώ! Έγινα κατανοητή;!»
«Χμ, έπρεπε να έβλεπες την αρμόδια από εδώ πως σαλιάριζε με τον Emrys απ’την στιγμή που εμφανίστηκε μπροστά του.»πρόφερε η Μorgan ειρωνικά γυρνώντας επιδεικτικά την πλάτη της προς την Εlena.
«Έχει το θράσος και μιλά εκείνη που στεκόταν γονατιστή επί μισή ώρα πάνω απ’το κεφάλι του πολυαγαπημένου της ιππότη, ενώ της πέφταν τα σιρόπια και αφήνοντας τις δυνάμεις της να πάνε χαμένες, πεθαίνοντας -κάθε λεπτό που περνούσε- λίγο λίγο…»μουρμούρισε μέσα απ’τα δόντια της η Εlena.
«Εlena!!»γρύλισε η Μorgan γυρίζοντας απότομα προς το μέρος της.
«Μorgan!!»ανταποκρίθηκε η Εlena στον ίδιο τόνο κι εκείνη πλησιάζοντας την.
Ήμουν έτοιμη να ανοίξω το στόμα μου, αλλά η Jane παρενέβη την πιο κατάλληλη στιγμή.
«Σιωπή κι οι δυο σας, Σκάστε πια! Αν δεν σταματήσετε θα σας κάνω παγόβουνα και τις δυο και θα σας αφήσω εδώ να βασανίζεστε και να τουρτουρίζετε απ’το κρύο αιωνίως. Έλεος πια, δεν έχετε ούτε ιερό ούτε όσιο. Αμάν!»
Ήθελα να συνετίσω περισσότερο τις αδελφές μου, αλλά αισθανόμουν τόσο αδύναμη, ένιωθα τα βλέφαρα μου βαριά και έτοιμα να κλείσουν, Δεν κατάλαβα για πότε είχα γείρει προς τα πίσω και με έπιαναν τα χέρια του Lancelot παίρνοντας με αγκαλιά, και κρατώντας με στα χέρια του γερά με έβαζε να καθίσω στον βράχο όπου πριν από λίγο καθόταν η Jane. Οι αδελφές μου κι η Jane μαζεύτηκαν αμέσως τριγύρω μου.
«Anne;! Anne;! Είσαι καλά;»με ρώταγαν όλες στους συνεχώς νιώθοντας την ίδια ώρα την κρύα παλάμη της Jane να με χαϊδεύει στο μέτωπο.
Για λίγο ο sir Lancelot έμεινε γονατιστός δίπλα μου, στη συνέχεια όμως απομακρύνθηκε κάνοντας χώρο στην οικογένεια μου να με φροντίσει.
«Εlena, μην θυμώνεις με την Μorgan επειδή ήθελε να προστατεύσει τον Gwaine.»μίλησα ήρεμα και σιγανά. Η Εlena κάρφωσε την ματιά της στην δική μου κι εγώ της χάρισα ένα αχνό χαμόγελο. «Όταν άρπαξα τον Lancelot για να τον φέρω εδώ, τρόμαξα τόσο πολύ που δεν σκέφτηκα καθαρά τις συνέπειες που μπορεί να είχε η μεταφορά μας. Φοβόμουν για το μέρος που μπορεί να βρισκόμασταν, ή την πτώση μας. Στην προσπάθεια μου να τον σώσω, μπορεί και να τον σκότωνα και δεν θα άντεχα κάτι τέτοιο. Γι αυτό και κατά την εξαφάνιση μας απ’το Νησί, εφάρμοσα με την σειρά μου κι εγώ το δικό μου προστατευτικό πεδίο.»
«Πως;!» ήχησε η απαλή αλλά και συνάμα ανήσυχη φωνή του ιππότη μετά από πολλή ώρα. Το βλέμμα μου κατευθύνθηκε προς εκείνον.
«Αυτό που άκουσες ιππότη, Δεν ήθελα να πνιγείς, γι αυτό όση ώρα έκανα να σε βγάλω απ’το νερό, ταυτόχρονα δημιουργούσα με τις δυνάμεις μου ένα φάσμα για να σε προστατεύσω. Τουλάχιστον, να μην άφηνα να εισχωρήσει όλο το νερό μέσα σου. Κάπου στην πορεία όμως δεν άντεξα και μας έβγαλα έξω, αφού μας μετέφερα ξανά στην ακτή.»
«Λαίδη Anne;..»ο Lancelot γονάτισε και πάλι, λίγο πιο πέρα απ’τις αδελφές μου όμως. Δεν έκανε κάτι για να τις εμποδίσει, να φτάσει πιο κοντά μου και τον ευχαριστούσα γι αυτό αν και νομίζω πως την ίδια ώρα ίσως και να με ενοχλούσε. Κατά βάθος ήθελα να τον αισθανθώ δίπλα μου.
«Αυτό έγινε και με την Μorgan.»στράφηκα ξανά προς την Εlena. «Όταν είδε την Κύλιξ να εφαρμόζει το απωθητικό ξόρκι στον Gwaine φοβήθηκε και όρμησε προς το μέρος του, εμείς όμως την εμποδίσαμε όπως πολύ σωστά έπρεπε να κάνουμε εκείνη την ώρα. Δεν μπορείς όμως να την κατηγορείς για το αργότερα ανεξάρτητα για το αν εκείνος ήταν ζωντανός ή όχι. Η αδελφή μας ήθελε να τον προστατεύσει Εlena, όπως έκανα εγώ με τον Lancelot. Όπως οφείλουμε και είναι καθήκον μας να κάνουμε και με τις υπόλοιπες ζωές που θα σώσουμε. Όπως έκανε κι ο Μerlin με σένα πριν γυρίσουμε πίσω στο χρόνο. Θυμήσου την προσευχή του, τα προστατευτικά του δεσμά, το ξόρκι του που εφάρμοσε σε σένα. Κι όλα αυτά από αγάπη. Γιατί όταν νοιαζόμαστε πραγματικά, κάνουμε τα πάντα γι αυτούς που αγαπάμε, ακόμα και με κίνδυνο την δική μας ζωή.»συμπλήρωσα.
«Ωωω Anne…»αναστέναξε η Εlena και όρμησε προς το μέρος μου αγκαλιάζοντας με, κλείνοντας με μέσα στα δεσμά της σφιχτά. «Συγγνώμη,»ψέλλισε ανάμεσα στα αναφιλητά και τους λυγμούς της και τότε κατάλαβα πως έκλαιγε και πως λυπόταν πραγματικά για όσα είχε πει πρωτύτερα.
Με την άκρη του ματιού μου διέκρινα τον Lancelot να χαμηλώνει το κεφάλι. Στη συνέχεια να σηκώνεται όρθιος και να απομακρύνεται ξανά από κοντά μας. Προχώρησε για λίγο προς την ακτή, έφτασε στο σημείο όπου έφταναν τα κύματα, σταύρωσε τα χέρια του με γυρισμένη προς εμάς την πλάτη πάντα. Ήμουν σίγουρη πως σκεφτόταν.
«Ξαφνιάζομαι που το έχει πάρει τόσο ψύχραιμα,»σχολίασε κάποια στιγμή η Μorgan ρίχνοντας μια ύποπτη ματιά στον ιππότη. «Όλη αυτή την ώρα του τσακωμού δεν έχει βγάλει άχνα, Ή που θα είναι με το στόμα ανοιχτό ή θα μας κοιτά παράξενα, κι όχι φοβισμένος, ταραγμένος… απλώς περίεργος. Επίσης δεν έκανε λόγο για τις μορφές μας, Εννοώ…»
«Εlena.»πρόφερα σοβαρά, απότομα –διακόπτοντας έτσι την Μorgan- και έγειρα ξανά το βλέμμα μου προς την αδελφή μου. «Θα χρειαστώ την βοήθεια σου. Κράτα με γερά και πήγαινε με κοντά του. Πρέπει να του μιλήσω. Μorgan, Jane…»στράφηκα προς την μικρότερη αδελφή και την ξαδέλφη μου. «Μείνετε εδώ, δεν σκοπεύουμε να τον τρελάνουμε περισσότερο απ’όσο ήδη είναι.»
«Δεν φαίνεται πάντως τρελαμένος.»μίλησε τότε η Jane. «Μάλλον εκνευριστικά ήσυχος.»
Δεν έδωσα σημασία στα λεγόμενα της. Σηκώθηκα όρθια, προτρέποντας την ίδια ώρα την Εlena να μείνει δίπλα μου συγκρατώντας με, βοηθώντας με να φτάσω τον ιππότη, ούτως ώστε να του εξηγούσα ποιες ακριβώς είμαστε και τι γυρεύαμε εδώ, αφήνοντας την Μorgan και την Jane πίσω στο βράχο.
Ο Lancelot νιώθοντας τις παρουσίες μας, πολύ κοντά του, για την ακρίβεια ακριβώς πίσω μας, δεν έκανε τον κόπο να γυρίσει προς εμάς. Δεν κουνήθηκε καθόλου. Εμείς περιμέναμε σιωπηλές να κάνει πρώτος εκείνος την αρχή. Ύστερα από πολλές στιγμές επιτέλους είπε: «Έχεις την καλοσύνη να μου πεις τι συνέβη μόλις τώρα;»με ρώτησε ήρεμα, Πραγματικά η αυτοσυγκράτηση του, η τόση ψυχραιμία που κατέβαλε με εξέπληττε και εμένα.
«Τώρα αν σου πως μας ρούφηξε το Βιβλίο των Σκιών,- ένα βιβλίο για μαγείες και ξόρκια - περίπου 1.500 χρόνια μετά, θα μας πιστέψεις;»μίλησε γρήγορα η Elena, κοιτώντας τον καχύποπτα.
«Τι;!» ο Lancelot έγειρε αυτόματα προς το μέρος μας άκρως θορυβημένος και τότε σκούντηξα την Εlena στο πόδι ελαφρά.
«Άουτς!»έσκουξε εκείνη.
«Καλύτερα να αφήσεις εμένα να μιλήσω, εντάξει μικρή;»την προειδοποίησα ρίχνοντας της μια δολοφονική ματιά.
Η Εlena ανασήκωσε τους ώμους, παίρνοντας μια μουτρωμένη έκφραση και δεν ξαναμίλησε. Πήρα μια βαθιά ανάσα και άρχισα να μιλάω.
«Όπως γνωρίζεις ιππότη ονομάζομαι Αnnelyse Hastings αποτελώ την επόμενη ζωή της πανούργας και δόλιας αρχιέρειας Μοrgause και έχω σταλθεί απ’το μέλλον για να βοηθήσω, Όπως σου είπα 1.500 χρόνια…»
«Εννοείς 1.500 χρόνια από τώρα;! Θες να πεις στο μέλλον μετά από 1.500 χρόνια;!»με διέκοψε ανήσυχος, μπερδεμένος.
«Ακριβώς, αλλά δεν χρειάζεται να το επαναλαμβάνουμε συνέχεια αυτό. Στην πορεία και με ότι επακολουθήσει, απ’τις ενέργειες μου και μόνο θα καταλάβεις πως σου λέω την αλήθεια. Τότε θα μπορέσεις να με εμπιστευτείς και θα έχεις πλέον τις αποδείξεις σου.»είπα.
Βάλθηκε να με κοιτά περίεργα, επεξεργάζοντας με χωρίς να λέει τίποτα. Έσπευσα να συνεχίσω καθότι δεν άντεχα το έντονο βλέμμα του.
«Δίπλα μου στέκεται η μεσαία μου αδελφή Hastings, η Εlena.»
«Χάρηκα Sir Lancelot.» Η Εlena άπλωσε το χέρι της προς τον ιππότη κι εκείνος το έφερε προς το μέρος της δισταχτικά, Εκείνη το άρπαξε απότομα κουνώντας το πέρα δώθε, Λίγο έλειψε να του το βγάλει. Το άφησε αμήχανα. «Αποτελώ την επόμενη ζωή της λαίδη Εleine, ετεροθαλής αδελφή του Αρθούρου, και αδελφή της Μοrgause και της Μοrgana. Επίσης..»
«Φτάνει Elena.»την διέκοψα ξεφυσώντας κουρασμένα. Χρωστούσαμε στον Lancelot την αλήθεια και θα την μάθαινε, δεν χρειαζόταν να γνωρίζει περισσότερα, πόσο μάλλον για την Κυρά της Λίμνης, εφόσον δεν την ήξερε.
«Σε γνωρίζω.»είπε εκείνος κάποια στιγμή και τότε εμείς τον κοιτάξαμε ξαφνιασμένες. «Όχι εσένα,»με έδειξε με το δείκτη του χεριού του, «Αλλά εσένα, τουλάχιστον την προηγούμενη ζωή σου, Σε είχα δει μόνο μία φορά όταν ήσουν βέβαια πολύ μικρή, είχες έρθει με τον τότε προστάτη και κηδεμόνα σου στο βασίλειο Daobeth.» Ο Lancelot σταύρωσε τα χέρια του, «Με τον Uther. Εκείνος κι ο βασιλιάς Ban είχαν καλές σχέσεις μεταξύ τους.»πρόσθεσε αδιάφορα.
«Μιλάς για το βασίλειο η πτώση του οποίου οφείλεται στους δράκους.»διαπίστωσε η Εlena έκπληκτη.
«Πως;!»έκανα εγώ κοιτώντας τώρα την αδελφή μου όλο αγωνία.
«Ο Μerlin την πρώτη βραδιά που φτάσαμε εδώ μας μίλησε γι αυτό. Πρόκειται για ένα βασίλειο που καταστράφηκε απ’τους δράκους για αδιευκρίνιστους όμως λόγους, χρόνια πριν. Από τότε το μόνο που απέμεινε είναι ερείπια.»είπε η Εlena με το βλέμμα της στραμμένο στην άμμο. Σήκωσε το κεφάλι της, η ματιά της συνάντησε εκείνη του ιππότη. «Lancelot, τι γύρευες εκεί;»
«Δεν είμαι αναγκασμένος ούτε να απαντήσω αλλά ούτε και να μιλήσω γι αυτό.»μας αποκρίθηκε εκείνος, αποστρέφοντας το βλέμμα του από εμάς. «Πόσο μάλλον σε εσάς,»
«Έχεις δίκιο μας συγχωρείς.»προσπάθησα να απολογηθώ.
Πριν το καταλάβω ο Lancelot είχε βγάλει αστραπιαία το ξίφος απ’το θηκάρι του απλώνοντας το προς το μέρος της Μorgan, στο ύψος των ματιών της, έτοιμος να της επιτεθεί. Εκείνη είχε φέρει τα χέρια στο στόμα της τρομοκρατημένη, όχι όμως επειδή φοβόταν την απότομη κίνηση του, αλλά…
«Ωωω καημένε μου, κακομοίρη μου… ταλαιπωρημένε μου Lancelot.»μουρμούρισε εκείνη με δάκρυα στα μάτια. «Η ζωή σου δεν διέφερε σχεδόν καθόλου απ’τη δική μας.»
«Μorgan βγες απ’το μυαλό του αμέσως!»βρυχήθηκα δυνατά. «Σου είπα να μείνεις πίσω, Γιατί δεν ακούς ποτέ;!»
«Και μετά μου λες γιατί φωνάζω;»σχολίασε αγανακτισμένη η Εlena.
«Συγγνώμη, ζητώ συγγνώμη, Δεν έπρεπε το ξέρω, αλλά γνωρίζετε κι εσείς πολύ καλά πως δεν μπορώ να ελέγξω πλήρως στις δυνάμεις μου.»δικαιολογήθηκε εκείνη πλέκοντας και ξεμπλέκοντας τα χέρια της με το κεφάλι χαμηλωμένο. Σήκωσε τα μάτια της αργά αργά προς τον ιππότη. «Ονομάζομαι Μorgan Hastings, Sir Lancelot. Είμαι η μικρότερη απ’τις αδελφές και λυπάμαι πολύ που φέρω την μορφή της Αρχιέρειας Μorgana. Δεν το επέλεξα εγώ, αλλά φαίνεται, όπως πολύ καλά φαντάζεσαι κι εσύ πως μοιάζω πολύ με την προηγούμενη ζωή μου.»
Εκείνος παραμέρισε το ξίφος του βάζοντας το ξανά στη θέση του, ρίχνοντας της κλεφτές ματιές όλο μίσος. Η ματιά του ήταν ανέκφραστη, απαθή, δίχως συναίσθημα.
«Τι μου έκανες μόλις τώρα;»την ρώτησε απότομα ζητώντας της εξηγήσεις.
«Είμαι εμβιωτική, μπορώ και διαβάζω τις σκέψεις, το μυαλό όσων βρίσκονται γύρω μου. Άθελα μου, τ’ορκίζομαι! Έτσι μαθαίνω τον χαρακτήρα τους, τα πάντα για τη ζωή τους. Το γνωρίζω πως είναι μία απ’τις μαγικές μου δυνάμεις, αλλά θα προτιμούσα να μην την έχω.Όλες αυτές οι φωνές, ο πόνος…» Η Μorgan δεν άντεχε και μόνο στη σκέψη κάθε φορά που μιλούσε για την τηλεπάθεια της. «Απλώς… σου ζητώ συγγνώμη και πάλι, συγχώρεσε με, ιππότη.»πρόσθεσε στο τέλος.
«Αυτό δεν είναι δύναμη, αλλά κατάρα.»είπε ο Lancelot κοιτώντας την βλοσυρά.
«Το ξέρω, αν κι κάποιος κάποτε το χαρακτήρισε κι ως χάρισμα.»ψιθύρισε η Morgan σιγανά.
«Το κορίτσι που φέρει την μορφή της Guinevere;»ρώτησε εκείνος ύστερα από λίγο, κοιτώντας τώρα πια πίσω απ’τον ώμο της Μorgan.
Έριξα μια ματιά στην Jane που ήταν η μόνη που με είχε ακούσει μένοντας πίσω στο βράχο, φέρνοντας το βλέμμα της στον αέρα και σφυρίζοντας έναν μουσικό σκοπό, παρατηρώντας τον ουρανό. Κόλλημα με την βασίλισσα πια. Μουρμούριζα από μέσα μου, ενώ έβραζα απ’το κακό μου.
«Α αυτή;! Είναι η ξαδέλφη μας, Jane Hastings. Αποτελεί την προηγούμενη ζωή της βασίλισσας Guinevere.»βιάστηκε να του εξηγήσει η Μorgan,
Αποδεσμεύτηκα απ’την Εlena, η οποία για άλλη μια φορά χτυπούσε με την παλάμη το μέτωπο της, διακρίνοντας την ανάρμοστη συμπεριφορά της μικρής μας αδελφής. Ο Lancelot έγειρε ξαφνιασμένος προς εμένα, όπως ακριβώς το περίμενα.
«Βασίλισσας;»επανέλαβε εκείνος κάπως απογοητευμένος.
«Ω ναι, κάποια στιγμή ο Αρθούρος κι η Guinevere παντρεύονται, ή μη μου πεις πως δεν περίμενες κάτι τέτοιο;»σχολίασα αυτή τη φορά εγώ ειρωνικά, σταυρώνοντας τα χέρια μου, ρίχνοντας του καχύποπτες ματιές,χαμογελώντας αχνά.
«Όχι, … θέλω να πω ναι.»κόμπιασε. «Έξαλλου πάει καιρός που έχω παραιτηθεί απ’αυτήν την αγάπη.»εξομολογήθηκε εκείνος αλλά το ύφος του και μόνο δεν με έπειθε.
«Αλήθεια λέει.»είπε τότε η Μorgan δείχνοντας τον με το χέρι δίπλα της. Ο Lancelot έγειρε προς εκείνη απηυδισμένος.
«Θα μπορούσες σε παρακαλώ να σταματήσεις να το κάνεις αυτό;! Είσαι χειρότερη κι απ’τον Μerlin!»
«Όχι, κάνεις λάθος ιππότη, Απ’τον Emrys μόνο εγώ έχω το δικαίωμα να είμαι χειρότερη.»είπε η Εlena παινεύοντας τον εαυτό της, έχοντας πάρει μια σαρδόνια έκφραση.
«Jane!!»φώναξα δυνατά κάνοντας νόημα στην ξαδέλφη μου να μας πλησιάσει. Έπρεπε να βιαστούμε, να δούμε ποια θα ήταν η επόμενη κίνηση μας από εδώ και πέρα.
It will be continued, don't worry...


Τα βλέφαρα μου τρεμόπαιξαν νιώθοντας το κρύο ρίγος να διαπερνάει την ραχοκοκκαλιά μου, να πλημμυρίζει το κορμί μου. Ανοιγόκλεισα τα μάτια μου, στο άκουσμα των πουλιών που αισθανόμουν να πετούν ακριβώς από πάνω μου. ‘Γλάροι..;’Συλλογίστηκα αλλά δεν ήμουν και σίγουρη. Ένιωθα τα ρούχα μου, ακόμα και τον μανδύα μου κολλημένα πάνω μου, υγρά, βρεγμένα. Τα κύματα κάθε τόσο με αγκάλιαζαν καθώς η θάλασσα με ξέβγαζε στην αμμουδιά. Το κεφάλι μου κουνήθηκε, μετακινήθηκε πάνω σε κάτι. Το ανασήκωσα απορημένη συνειδητοποιώντας πως όλη αυτή την ώρα βρισκόμουν ξαπλωμένη, αναίσθητη – όπως και εκείνος – πάνω στο σώμα του Lancelot. Φαίνεται πως στην προσπάθεια μου να τον σώσω, είχα πέσει πάνω του με ορμή, κατά την μεταφορά μας απ’το Νησί καλύπτοντας τον, προστατεύοντας τον έτσι απ’το Πέπλο. Έπειτα θυμόμουν να παλεύω με τα κύμματα, το ρεύμα της θάλασσας, καθώς εκείνο με τράβαγε μαζί με τον ιππότη στο βυθό του, ενώ εγώ έκανα υπεράνθρωπες προσπάθειες να αναδυθούμε κι οι δυο στην επιφάνεια. Τελικά μεταφέρθηκα για άλλη μια φορά με τις δυνάμεις μου προς τα έξω, αλλά αισθανόμουν τέτοια εξάντληση που δεν μπορούσα να μας απομακρύνω περισσότερο.
Καθώς ο ιππότης έπαιρνε βαθιές ανάσες και ένιωθα το στήθος του να ανεβοκατεβαίνει κάτω απ’την πανοπλία του,-κάτι για το οποίο ευχαριστούσα τον Θεό που είχαμε φτάσει και δράσει εγκαίρως-διέκρινα κάτι κόκκινο να στάζει απ’την δεξιά μεριά του αυτιού του, λίγο πιο πάνω απ’το λαιμό του. Άπλωσα το χέρι μου εξετάζοντας την πληγή και άγγιξα το αίμα που έτρεχε από εκεί. ‘Είναι πληγωμένος.’Μουρμούρισα από μέσα μου. Την ίδια ώρα η ματιά μου έπεφτε πάνω στο χέρι μου, διαπιστώνοντας πως το δαχτυλίδι του προσωρινού κυβερνήτη του Camelot δεν υπήρχε πλέον εκεί. Είχε αφήσει μόνο ένα αραιό σημάδι στη θέση του. Χαμήλωσα το κεφάλι μου στην καρδιά του Lancelot, χωρίς να το καταλάβω, τοποθετώντας το εκεί, αφήνοντας κάποια δάκρυα να ελευθερωθούν απ’τα μάτια μου, θρηνώντας έτσι την χαμένη μου αγάπη. Δεν θα ξαναέβλεπα ποτέ τον Agravaine.
Ο Lancelot ξερόβηξε βγάζοντας το νερό της θάλασσας απ’το στόμα του, και αφήνοντας ένα βογκητό πόνου, φέρνοντας το χέρι του στον σβέρκο του και προσπαθώντας έτσι να ανασηκωθεί. Αμέσως εγώ τινάχτηκα όρθια και σκούπισα αμέσως τα μάτια μου. Ίσιωσα το κορμί μου, έφτιαξα όσο μπορούσα –παρ’όλο που ήταν βρεγμένα- τα ρούχα μου και στάθηκα μπροστά στον ιππότη με βλέμμα ανήσυχο αλλά και αποφασιστικό, έτοιμη να τον αντιμετωπίσω.

Περίμενα μέχρι που ο Lancelot είχε ανοίξει πλέον για τα καλά τα μάτια του, είχε φέρει τα χέρια του σε αυτά τρίβοντας τα, κοιτούσε τριγύρω του παραξενεμένος, και τώρα έγερνε το βλέμμα του προς εμένα. Μέσα σε κλάσματα δευτερολέπτου είχε πεταχτεί και εκείνος όρθιος, τραβούσε το σπαθί απ’το θηκάρι του και το άπλωνε προς το μέρος μου. Σήκωσα και εγώ τα χέρια μου στον αέρα παίρνοντας αμυντική στάση όπως πάντα.
«Sir Lancelot, σας παρακαλώ σταματείστε. Μπορώ να σας εξηγήσω.»πρόφερα τα λόγια μου με δυσκολία, ενώ την ίδια ώρα έβηχα κι εγώ. Δεν είχα αποβάλλει απ’τον οργανισμό μου το αλμυρό νερό και με ενοχλούσε.
«Μorgause!..»βρυχήθηκε με κόπο εκείνος. «Σε ξέρω πολύ καλά.»συνέχισε και με μια απότομη κίνηση είδα το ξίφος να κατευθύνεται προς το μέρος μου, με στόχο την καρδιά μου. Κινήθηκα αμέσως και εξαϋλώθηκα. Την επόμενη στιγμή βρισκόμουν ακριβώς από πίσω του. Ένιωθα το αίμα να μου ανεβαίνει στο κεφάλι, τα νεύρα μου ήταν έτοιμα να σπάσουν. Περισσότερο δεν άντεχα να σπαταλώ τις δυνάμεις μου κάθε τόσο για ψίλου πήδημα.
«Το όνομα μου είναι Annelyse Sir!»φώναξα δυνατά με πείσμα, τονίζοντας την φράση μου, θέλοντας να δώσω έμφαση στην ταυτότητα μου, σφίγγοντας τις γροθιές μου, και κατακευρανώνοντας τον ιππότη με ύφος δολοφονικό. Εκείνος έγειρε προς το μέρος μου έκπληκτος, και συνάμα τρομαγμένος. «Annelyse Hastings!» Επανέλαβα σοβαρά χαμηλώνοντας κάπως τον τόνο της φωνής μου. «Αλλά όλοι προτιμούν όπως κι εγώ να με φωνάζουν ‘Anne.’ Ναι είμαι κι εγώ Μάγισσα –όπως η καταραμένη η Μorgause- με την διαφορά όμως πως εγώ δεν συμμερίζομαι τις καταστροφικές διαθέσεις της και την μανία της για εξουσία. Επίσης προέρχομαι απ’το μέλλον, απ’το πολύ μακρινό μέλλον, Θέλεις να μάθεις πόσο μακρινό ιππότη;! 1500 χρόνια μετά , συγκεκριμένα απ’το 2014 μ.Χ.!!» Ο Lancelot δεν είχε αρθρώσει λέξη, με παρατηρούσε όλη αυτήν την ώρα με το στόμα ανοιχτό. Συνέχισα απτόητη , δίχως να του αφήνω περιθώρια να μιλήσει. «Σκοπός μου είναι, εφόσον έχω γυρίσει στην εποχή σου, να σώσω ζωές Sir Lancelot. Ζωές όπως την δική σου!» Άπλωσα το χέρι μου προς το μέρος του δείχνοντας τον προς στιγμήν. «Και όχι για να αφαιρέσω, Αν επιθυμούσα να σε σκοτώσω πίστεψε με θα’το’χα κάνει ήδη. Και στο κάτω κάτω γιατί να σε σκοτώσω, απ’την στιγμή που σε έσωσα μου εξηγείς;! Ούτε καμιά τρελή είμαι, ούτε παράλογη, ούτε ανώμαλη. Πόσο μάλλον για το τελευταίο να είσαι σίγουρος.»
Σταμάτησα να πάρω μια ανάσα απηυδισμένη ρίχνοντας του ύποπτες ματιές ταυτόχρονα. Έφερα το χέρι στην κοιλιά μου, νιώθοντας έναν ελαφρύ πόνο εκεί, ‘Το ξόρκι του Μerlin’ υπέθεσα ξανά καταφεύγοντας σε ένα βράχο εκεί κοντά. Λύγισα τα γόνατα μου και βολεύτηκα πάνω του, χωρίς να παίρνω την παλάμη μου απ’το κορμί μου, εξακολουθώντας να ανασαίνω αδύναμα, Ο Lancelot με πλησίασε δίχως να απομακρύνει το ξίφος από κοντά μου, κρατώντας το τώρα και με τα δυο του χέρια, Ακόμα δεν με εμπιστευόταν.
«Πως ξέρω πως όλα αυτά δεν είναι κάποια παγίδα; Πως μπορώ να είμαι σίγουρος πως μου λες την αλήθεια;»μίλησε ύστερα από λίγες στιγμές.
«Άντε πάλι τα ίδια.»μουρμούρισα απελπισμένη.
«Γιατί με έφερες εδώ;!»ρώτησε αμέσως φανερά αγριεμένος.
«Γιατί αλλιώς θα σκοτωνόσουν!»του απάντησα με ύφος βλοσυρό.
«Είχα δώσει έναν όρκο, μια υπόσχεση!»αναφώνησε εκείνος.
«Στην λατρευτή σου Guinevere, ναι το γνωρίζω!!, Δεν χρειάστηκε να τηρήσεις την υπόσχεση σου όμως απ’την στιγμή που βρισκόμαστε εμείς εδώ για να σας σώσουμε. Μάθε επίσης πως αν πέθαινες ο θάνατος σου χαμένος θα πήγαινε. Το Camelot ούτως η άλλως μετά από λίγα χρόνια θα οδηγούνταν στην πτώση του, Αυτό όμως δεν πρόκειται να συμβεί απ’την στιγμή που εγώ κι η οικογένεια μου γυρίσαμε πίσω για να υπερασπιστούμε το τομάρι σας! Και χαμήλωσε το ξίφος σου επιτέλους, Δεν χρειάζεται να το επιδεικνύεις συνέχεια μπροστά στη μούρη μου, Αμάν!» Είχα φτάσει πια στα όρια μου, απευθύνοντας του τον λόγο με αυτόν τον τρόπο, αλλά εφόσον δεν μου είχε εμπιστοσύνη δεν μου έμενε άλλη επιλογή απ’το να του φερθώ κι εγώ ανάλογα.
Του έριξα ένα βλέμμα καχύποπτο καθώς έβαζε το σπαθί πίσω στο θηκάρι του. Δόξα το Θεό… Αναστέναξα από μέσα μου. Τον έβλεπα τώρα που εξέταζε την βρεγμένη του στολή, φαινόταν σαν να ήθελε να βγάλει την πανοπλοία από πάνω του γιατί τον βάραινε. Ήταν βρεγμένος απ’την κορυφή ως τα νύχια. Βέβαια η δική μου περίπτωση δεν διέφερε κατά πολύ απ’την δική του. Τα χέρια του τινάζονταν συνέχεια γύρω του, θέλοντας να απομακρύνει το νερό ώσπου κάποια στιγμή έμειναν ακίνητα δίπλα δίπλα στα πλευρά του.
«Οι υπόλοιποι; Ο Αρθούρος, ο Gwaine…; Ο Μerlin;»θέλησε να μάθει. Ο τόνος της φωνής του αυτή τη φορά ακούστηκε πιο ήρεμος, αλλά ήμουν σίγουρη μέσα απ’αυτόν μπορούσα να αναγνωρίσω την ανησυχία και τον φόβο του για εκείνους.
«Δεν χρειάζεται να ανησυχείς, οι αδελφές μου θα έχουν καταστρέψει το Πέπλο, θα έχουν αναμετρηθεί με την Κύλιξ και θα την έχουν βγάλει απ’τη μέση χωρίς να πληγωθεί κανείς.»του αποκρίθηκα κι εγώ υιοθετώντας ίδιο ύφος με εκείνον.
«Οι αδελφές σου;»αναρωτήθηκε εκείνος.
«Η οικογένεια μου.»του εξήγησα. «Είναι και εκείνες μάγισσες, δυνατές και ισχυρές όπως κι εγώ, κι ίσως οι πιο πανίσχυρες της γενιάς μου. Ακριβώς όπως και ο Μerlin σε αυτόν τον χρόνο και τόπο.»
Ο Lancelot χαμήλωσε το κεφάλι προς το έδαφος, αφήνοντας ένα κρυφό γελάκι να του ξεφύγει, φέρνοντας τα χέρια του στη μέση, αδυνατώντας να πιστέψει ό,τι του συνέβαινε. Ανασηκώθηκα και τον πλησίασα προσεχτικά.
«Γνωρίζεις πολύ καλά τον Μerlin ιππότη, γνωρίζεις την μαγεία του, τις δυνάμεις του. Έχεις γνώση του τι μπορεί να κάνει, πόση καλοσύνη κρύβει μέσα του. Δεν θα έβλαπτε, δεν θα έκανε ποτέ κακό σε κανέναν, Κάποτε του είχες πει, πως είναι τόσο γενναίος που αν γινόταν τότε ο Αρθούρος θα έπρεπε εκείνον να χρήσει ιππότη.»
«Πως το ξέρεις αυτό;»με ρώτησε εκείνος ρίχνοντας μου μια εκστατική ματιά, γουρλώντας τα μάτια του, κοιτάζοντας με την ίδια ώρα έντονα. ‘Θεέ μου, είσαι πράγματι πανέμορφος, ο αγαπημένος μου ιππότης.’Συλλογίστηκα με πόνο.
«Εμπιστεύσου με, θέλω…, επιθυμώ ότι και ο Merlin. Το Κάμελοτ ασφαλές όπως κι ο μελλοντικός βασιλιάς του. Δεν επιζητώ το κακό κανενός. Αντιθέτως είμαι εδώ για να βοηθήσω. Εμπιστεύσου με…»μίλησα ξανά απλώνοντας το χέρι μου προς το μέρος της πληγής του. «Μπορώ να σε θεραπεύσω. Μην με φοβάσαι ιππότη.»πρόσθεσα καθώς τον ένιωσα να οπισθοχωρεί, να απομακρύνεται από μένα.
Η παλάμη μου έμεινε ανοιχτή, ακίνητη να αιωρείται πάνω απ’το δεξί αυτί του Lancelot, ενώ εξέπεμπε ένα ασημόλευκο γαλάζιο φως και θεράπευε το τραύμα του. Μετά από ένα λεπτό ο Lancelot ψηλάφισε την πληγή για να διαπιστώσει έντρομος πως πλέον δεν έτρεχε καθόλου αίμα από εκείνο το σημείο. Απομάκρυνα το χέρι μου χαμογελώντας του αχνά.
«Ορίστε, η Μorgause δεν θα το έκανε ποτέ αυτό.»σχολίασα κάνοντας του μια γκριμάτσα με το χέρι μου.
Εκείνος έπιασε την παλάμη μου απότομα στον αέρα και την έφερε κοντά του. Πάγωσα.
«Ευχαριστώ.»μουρμούρισε ξεφυσώντας νευρικά, φαινόταν σαν να πιεζόταν να μιλήσει. Το βλέμμα του, οι κόγχες των ματιών του εξέταζαν ανήσυχα τον χώρο τριγύρω καθώς είχε χαμηλωμένο το βλέμμα του. Κούνησα κι εγώ το κεφάλι μου γνέφοντας του ‘παρακαλώ’. Αισθανόμουν τόσο αμήχανα όσο κι εκείνος. Ωστόστο στη συνέχεια τον άκουσα να λέει: «Δεν μπορώ όμως να σε εμπιστευτώ τόσο εύκολα. Χρειάζομαι… χρειάζομαι αποδείξεις.»
Πήγα να ανοίξω το στόμα μου, θέλοντας να τον καθησυχάσω για άλλη μια φορά αλλά εκείνη τη στιγμή γείραμε έξαφνα και οι δυο μας προς το μέρος απ’όπου ερχόταν ο θόρυβος που είχε προκαλέσει ο κόκκινος στρόβιλος πίσω μας, Μέσα απ’τις φλόγες εμφανίστηκαν η Μorgan με την Εlena και την Jane. Ο Lancelot αυτόματα με τράβηξε προς το μέρος του, βάζοντας το χέρι του μπροστά μου –μα τι σκεφτόταν; Αναρωτιόμουν, να με προστατέψει απ’την οικογένεια μου;- τραβώντας για άλλη μια φορά το ξίφος του απ’την ζώνη του. Μπήκα ανάμεσα σε εκείνον και τις αδελφές μου.
«Μη! Είναι η οικογένεια μου!»φώναξα φέρνοντας τα χέρια μου προς εκείνον, συγκρατώντας τον, θέλοντας να τον σταματήσω.
Τα βλέμματα μας όμως μείνανε να παρατηρούν το κενό, έχοντας πάρει μια αλλόκοτη έκφραση, αντιλαμβανόμενοι κι οι δυο τον καβγά που είχε στηθεί ακριβώς από πίσω μας, μεταξύ της Μorgan και της Εlena. Έγειρα το κεφάλι μου πίσω τους, προς το μέρος τους, ενώ ο Lancelot είχε μείνει με το στόμα ανοιχτό και με ύφος αποσβολωμένο, μην πιστεύοντας στα μάτια του. Η Jane –αφού ξεφύσηξε κουρασμένα, φέρνοντας για λίγο την παλάμη στο μέτωπό της- αποσύρθηκε σε μια μεριά, κοντά σε ένα βράχο δίπλα στην ακτή, κι βολεύτηκε εκεί αγκαλιάζοντας τα γόνατα της περιμένοντας να λήξουν οι συνηθισμένοι διαπληκτισμοί των αδελφών μου. Έπιασα τον Lancelot κανά δυο φορές να την παρατηρεί έκπληκτος - φυσικό,αν λάβει κανείς υπόψιν του πως ήταν φτυστή η αγαπημένη του βασίλισσα- χωρίς όμως ταυτόχρονα να παίρνει το βλέμμα του απ’την Μorgan ή την Εlena. Ένιωσα ένα μικρό τσίμπημα ζήλιας να με κυριεύει, ενώ την ίδια ώρα σκεφτόμουν τρόπους για να σταματήσω τον καβγά αλλά δεν είχα ιδέα πως;!
«Μπορείς να μου πεις τι σε έπιασε και σπαταλάς τις δυνάμεις σου κατά αυτόν τον τρόπο;!
Και τι είναι αυτά τα Βαλυριανά που πετάς όλη την ώρα, σαν μια άλλη Νταυνέρις Θυελλογέννητη;!»φώναζε η Εlena έξω φρενών καθώς τα μάτια της πέταγαν σπίθες προς την μικρότερη αδελφή μας, με τις γροθιές της σφιγμένες. Γιατί είχα την εντύπωση πως μπορεί να την ανατίναζε; Συλλογιζόμουν έντρομη.
«Έχεις γλώσσα και μιλάς μετά απ’την ανατίναξη του Πέπλου αλλά και της Φύλακα;! Και καλά την Κύλιξ, ήταν αχώνευτη. Δεν σκέφτηκες τις ψυχές του Κάτω Κόσμου;! Κατέστρεψες την Κόλαση Εlena και τώρα τα πνεύματα αυτά δεν θα έχουν που να πάνε, Αν απομείνουν εδώ χωρίς να έχουν την θέληση να προχωρήσουν προς το Φως ή αλλιώς τον Παράδεισο, τότε το τέλος αυτού του βασιλείου μπορεί να αποβεί ολέθριο και να συμβεί πολύ πιο σύντομα απ’ότι φανταζόμασταν.»μίλησε δυνατά η Μorgan έχοντας σταυρώσει στην αρχή τα χέρια της, φέρνοντας τα στο στήθος της. Αργότερα όμως τα χαμήλωσε κι τα άφησε να αγγίξουν τη μέση της, ενώ το ύφος της κατακεραύνωνε την Εlena.
«Μην ξεφεύγεις απ’το θέμα, και λέγε γιατί μιλάς την ίδια αρχαία γλώσσα που γνωρίζει κι ο Μerlin; Επίσης τι έκανες γονατιστή τόση ώρα πάνω απ’τον ιππότη;»ζήτησε να μάθει η αδελφή μου στη συνέχεια, προσπερνώντας όλα όσα είχαν ειπωθεί απ’την Μorgan.
Δεν πίστευα σε ότι άκουγα, κι είχα γουρλώσει τα μάτια μου κι εγώ, όπως κι ο Lancelot καθώς ανταλλάζαμε ανήσυχες ματιές. ‘Το Πέπλο… η Κύλιξ είχαν ανατιναχτεί, καταστραφεί. Μα νόμιζα πως θα ρίχναμε την Φύλακα μέσα στο Πέπλο και με κάποιον τρόπο θα το εξαφανίζαμε χωρίς να θυσιαστεί κανείς.’μονολογούσα από μέσα μου, Έγειρα ξανά στις αδελφές μου.
«Αυτό είναι δικός μου λογαριασμός, Εlena!»μούγκρισε η Μorgan και απέστρεψε το βλέμμα της από την αδελφή μου.
«Μίλα που να σε πάρει οργή, πριν σε ανατινάξω Μorgan.» Η Εlena είχε φέρει κοντά τα χέρια της.
«Εφάρμοσα το ξόρκι του δυναμικού-προστατευτικού μου πεδίου. Δεν θέλω να πάθει κακό. Ορίστε! Είσαι ευχαριστημένη τώρα;!»
«Ανόητη! Θέλεις να πεθάνεις νωρίτερα από όλες μας;!»βρυχήθηκε αγανακτισμένη η Εlena. «Νομίζεις πως δεν έμαθα τα σχέδια σου για την διάσωση του, εκείνου και του Percival;! Αλλά αυτό που έχεις να το βγάλεις απ’το μυαλό σου, Έχασα την μητέρα μας, τη γιαγιά μας, τον ξάδελφο μας, κι στο τέλος τον έρωτα της ζωής μου. Αν νομίζεις πως θα σ’αφήσω να χαθείς κι εσύ είσαι πολύ γελασμένη.» Η Εlena είχε έρθει στα όρια της, πήρε μια βαθιά ανάσα και πρόσθεσε: «Και τώρα πες μου, πως ξέρεις την γλώσσα του Emrys;! Την χρησιμοποίησες επίσης για να γυρίσουμε πίσω στο χρόνο. Λέγε!!»ούρλιαξε στο τέλος.
«Δεν ξέρω!!»σύριξε στον ίδιο τόνο η Μorgan κι ευθύς αμέσως νιώσαμε την γη να σείεται και τις φλόγες γύρω μας να μας περικυκλώνουν.
Έριξα μια σύντομη ματιά προς την ξαδέλφη μου, προειδοποιώντας την και απλώνοντας κι εγώ τα χέρια μου ψηλά, δημιούργησα ένα στρόβιλο αέρα που κινήθηκε γύρω απ’τις αδελφές μου αποσπώντας τους την προσοχή. Την ίδια ώρα η Jane δημιουργούσε με τις ήρεμες κινήσεις των χεριών της, κύματα νερού που απλώθηκαν πάνω στην φωτιά παγώνοντας την και σπάζοντας την στη συνέχεια σε χίλια κομμάτια, ενώ έπεφτε πάνω μας σαν βροχή από διαμάντια. Λίγες στιγμές αργότερα η Εlena κι η Μorgan έστρεψαν τις ματιές τους τρομαγμένες προς την μεριά την δική μου και του ιππότη, ενώ η Jane χαμήλωνε τα χέρια της στα πλευρά της, ελαφρώς ενοχλημένη και απελπισμένη. Αναστέναξε απαλά και με πλησίασε.
«Θα μπορούσατε σας παρακαλώ…»ξεκίνησα ήρεμα και τρυφερά, αλλά δεν άντεξα στη συνέχεια και… «ΝΑ ΒΓΑΛΕΤΕ ΤΟΝ ΣΚΑΣΜΟ!»ξέσπασα ουρλιάζοντας δυνατά με όλη την δύναμη που διέθεταν οι πνεύμονες μου. «Όντας μεγαλύτερη σας, πιστεύω πως έχω κάθε δικαίωμα να απαιτώ την συμμόρφωση σας αλλά και την ψυχραιμία σας κατά την διάρκεια της διάσωσης. Όταν ολοκληρωθεί η αποστολή μας μπορείτε να φαγωθείτε όσο θέλετε, όπως κάνετε συνήθως. Για την ώρα όμως δεν θα ανεχτώ άλλα ξεμυαλίσματα και καβγάδες, συννενοηθήκαμε;! Έχουμε σοβαρότερα προβλήματα να σκεφτούμε και σε πολλά αναπάντητα ερωτήματα…»έδειξα τον Lancelot με μια απαλή κίνηση του χεριού μου λίγο πιο πίσω. «…να εστιάσουμε την προσοχή μας. Μακάρι να είχα το κουράγιο, την δύναμη και την εξυπνάδα να διευθύνω αυτή την αποστολή εγώ η ίδια αλλά θεωρώ την Εlena την πιο αρμόδια για κάτι τέτοιο, καθότι δεν παρασέρνεται απ’τα συναισθήματα της και απ’το πάθος της όπως εγώ. Αλλά αν επαναληφθεί ανάλογη σκηνή, φοβάμαι πως θα πρέπει να ηγηθώ εγώ της αποστολής, και μάλιστα δεν θα πάρω καν την άδεια σας. Αλλά θα ενεργήσω εν αγνοία σας και όπως θέλω εγώ! Έγινα κατανοητή;!»
«Χμ, έπρεπε να έβλεπες την αρμόδια από εδώ πως σαλιάριζε με τον Emrys απ’την στιγμή που εμφανίστηκε μπροστά του.»πρόφερε η Μorgan ειρωνικά γυρνώντας επιδεικτικά την πλάτη της προς την Εlena.
«Έχει το θράσος και μιλά εκείνη που στεκόταν γονατιστή επί μισή ώρα πάνω απ’το κεφάλι του πολυαγαπημένου της ιππότη, ενώ της πέφταν τα σιρόπια και αφήνοντας τις δυνάμεις της να πάνε χαμένες, πεθαίνοντας -κάθε λεπτό που περνούσε- λίγο λίγο…»μουρμούρισε μέσα απ’τα δόντια της η Εlena.
«Εlena!!»γρύλισε η Μorgan γυρίζοντας απότομα προς το μέρος της.
«Μorgan!!»ανταποκρίθηκε η Εlena στον ίδιο τόνο κι εκείνη πλησιάζοντας την.
Ήμουν έτοιμη να ανοίξω το στόμα μου, αλλά η Jane παρενέβη την πιο κατάλληλη στιγμή.
«Σιωπή κι οι δυο σας, Σκάστε πια! Αν δεν σταματήσετε θα σας κάνω παγόβουνα και τις δυο και θα σας αφήσω εδώ να βασανίζεστε και να τουρτουρίζετε απ’το κρύο αιωνίως. Έλεος πια, δεν έχετε ούτε ιερό ούτε όσιο. Αμάν!»
Ήθελα να συνετίσω περισσότερο τις αδελφές μου, αλλά αισθανόμουν τόσο αδύναμη, ένιωθα τα βλέφαρα μου βαριά και έτοιμα να κλείσουν, Δεν κατάλαβα για πότε είχα γείρει προς τα πίσω και με έπιαναν τα χέρια του Lancelot παίρνοντας με αγκαλιά, και κρατώντας με στα χέρια του γερά με έβαζε να καθίσω στον βράχο όπου πριν από λίγο καθόταν η Jane. Οι αδελφές μου κι η Jane μαζεύτηκαν αμέσως τριγύρω μου.
«Anne;! Anne;! Είσαι καλά;»με ρώταγαν όλες στους συνεχώς νιώθοντας την ίδια ώρα την κρύα παλάμη της Jane να με χαϊδεύει στο μέτωπο.
Για λίγο ο sir Lancelot έμεινε γονατιστός δίπλα μου, στη συνέχεια όμως απομακρύνθηκε κάνοντας χώρο στην οικογένεια μου να με φροντίσει.
«Εlena, μην θυμώνεις με την Μorgan επειδή ήθελε να προστατεύσει τον Gwaine.»μίλησα ήρεμα και σιγανά. Η Εlena κάρφωσε την ματιά της στην δική μου κι εγώ της χάρισα ένα αχνό χαμόγελο. «Όταν άρπαξα τον Lancelot για να τον φέρω εδώ, τρόμαξα τόσο πολύ που δεν σκέφτηκα καθαρά τις συνέπειες που μπορεί να είχε η μεταφορά μας. Φοβόμουν για το μέρος που μπορεί να βρισκόμασταν, ή την πτώση μας. Στην προσπάθεια μου να τον σώσω, μπορεί και να τον σκότωνα και δεν θα άντεχα κάτι τέτοιο. Γι αυτό και κατά την εξαφάνιση μας απ’το Νησί, εφάρμοσα με την σειρά μου κι εγώ το δικό μου προστατευτικό πεδίο.»
«Πως;!» ήχησε η απαλή αλλά και συνάμα ανήσυχη φωνή του ιππότη μετά από πολλή ώρα. Το βλέμμα μου κατευθύνθηκε προς εκείνον.
«Αυτό που άκουσες ιππότη, Δεν ήθελα να πνιγείς, γι αυτό όση ώρα έκανα να σε βγάλω απ’το νερό, ταυτόχρονα δημιουργούσα με τις δυνάμεις μου ένα φάσμα για να σε προστατεύσω. Τουλάχιστον, να μην άφηνα να εισχωρήσει όλο το νερό μέσα σου. Κάπου στην πορεία όμως δεν άντεξα και μας έβγαλα έξω, αφού μας μετέφερα ξανά στην ακτή.»
«Λαίδη Anne;..»ο Lancelot γονάτισε και πάλι, λίγο πιο πέρα απ’τις αδελφές μου όμως. Δεν έκανε κάτι για να τις εμποδίσει, να φτάσει πιο κοντά μου και τον ευχαριστούσα γι αυτό αν και νομίζω πως την ίδια ώρα ίσως και να με ενοχλούσε. Κατά βάθος ήθελα να τον αισθανθώ δίπλα μου.
«Αυτό έγινε και με την Μorgan.»στράφηκα ξανά προς την Εlena. «Όταν είδε την Κύλιξ να εφαρμόζει το απωθητικό ξόρκι στον Gwaine φοβήθηκε και όρμησε προς το μέρος του, εμείς όμως την εμποδίσαμε όπως πολύ σωστά έπρεπε να κάνουμε εκείνη την ώρα. Δεν μπορείς όμως να την κατηγορείς για το αργότερα ανεξάρτητα για το αν εκείνος ήταν ζωντανός ή όχι. Η αδελφή μας ήθελε να τον προστατεύσει Εlena, όπως έκανα εγώ με τον Lancelot. Όπως οφείλουμε και είναι καθήκον μας να κάνουμε και με τις υπόλοιπες ζωές που θα σώσουμε. Όπως έκανε κι ο Μerlin με σένα πριν γυρίσουμε πίσω στο χρόνο. Θυμήσου την προσευχή του, τα προστατευτικά του δεσμά, το ξόρκι του που εφάρμοσε σε σένα. Κι όλα αυτά από αγάπη. Γιατί όταν νοιαζόμαστε πραγματικά, κάνουμε τα πάντα γι αυτούς που αγαπάμε, ακόμα και με κίνδυνο την δική μας ζωή.»συμπλήρωσα.
«Ωωω Anne…»αναστέναξε η Εlena και όρμησε προς το μέρος μου αγκαλιάζοντας με, κλείνοντας με μέσα στα δεσμά της σφιχτά. «Συγγνώμη,»ψέλλισε ανάμεσα στα αναφιλητά και τους λυγμούς της και τότε κατάλαβα πως έκλαιγε και πως λυπόταν πραγματικά για όσα είχε πει πρωτύτερα.
Με την άκρη του ματιού μου διέκρινα τον Lancelot να χαμηλώνει το κεφάλι. Στη συνέχεια να σηκώνεται όρθιος και να απομακρύνεται ξανά από κοντά μας. Προχώρησε για λίγο προς την ακτή, έφτασε στο σημείο όπου έφταναν τα κύματα, σταύρωσε τα χέρια του με γυρισμένη προς εμάς την πλάτη πάντα. Ήμουν σίγουρη πως σκεφτόταν.
«Ξαφνιάζομαι που το έχει πάρει τόσο ψύχραιμα,»σχολίασε κάποια στιγμή η Μorgan ρίχνοντας μια ύποπτη ματιά στον ιππότη. «Όλη αυτή την ώρα του τσακωμού δεν έχει βγάλει άχνα, Ή που θα είναι με το στόμα ανοιχτό ή θα μας κοιτά παράξενα, κι όχι φοβισμένος, ταραγμένος… απλώς περίεργος. Επίσης δεν έκανε λόγο για τις μορφές μας, Εννοώ…»
«Εlena.»πρόφερα σοβαρά, απότομα –διακόπτοντας έτσι την Μorgan- και έγειρα ξανά το βλέμμα μου προς την αδελφή μου. «Θα χρειαστώ την βοήθεια σου. Κράτα με γερά και πήγαινε με κοντά του. Πρέπει να του μιλήσω. Μorgan, Jane…»στράφηκα προς την μικρότερη αδελφή και την ξαδέλφη μου. «Μείνετε εδώ, δεν σκοπεύουμε να τον τρελάνουμε περισσότερο απ’όσο ήδη είναι.»
«Δεν φαίνεται πάντως τρελαμένος.»μίλησε τότε η Jane. «Μάλλον εκνευριστικά ήσυχος.»
Δεν έδωσα σημασία στα λεγόμενα της. Σηκώθηκα όρθια, προτρέποντας την ίδια ώρα την Εlena να μείνει δίπλα μου συγκρατώντας με, βοηθώντας με να φτάσω τον ιππότη, ούτως ώστε να του εξηγούσα ποιες ακριβώς είμαστε και τι γυρεύαμε εδώ, αφήνοντας την Μorgan και την Jane πίσω στο βράχο.
Ο Lancelot νιώθοντας τις παρουσίες μας, πολύ κοντά του, για την ακρίβεια ακριβώς πίσω μας, δεν έκανε τον κόπο να γυρίσει προς εμάς. Δεν κουνήθηκε καθόλου. Εμείς περιμέναμε σιωπηλές να κάνει πρώτος εκείνος την αρχή. Ύστερα από πολλές στιγμές επιτέλους είπε: «Έχεις την καλοσύνη να μου πεις τι συνέβη μόλις τώρα;»με ρώτησε ήρεμα, Πραγματικά η αυτοσυγκράτηση του, η τόση ψυχραιμία που κατέβαλε με εξέπληττε και εμένα.
«Τώρα αν σου πως μας ρούφηξε το Βιβλίο των Σκιών,- ένα βιβλίο για μαγείες και ξόρκια - περίπου 1.500 χρόνια μετά, θα μας πιστέψεις;»μίλησε γρήγορα η Elena, κοιτώντας τον καχύποπτα.
«Τι;!» ο Lancelot έγειρε αυτόματα προς το μέρος μας άκρως θορυβημένος και τότε σκούντηξα την Εlena στο πόδι ελαφρά.
«Άουτς!»έσκουξε εκείνη.
«Καλύτερα να αφήσεις εμένα να μιλήσω, εντάξει μικρή;»την προειδοποίησα ρίχνοντας της μια δολοφονική ματιά.
Η Εlena ανασήκωσε τους ώμους, παίρνοντας μια μουτρωμένη έκφραση και δεν ξαναμίλησε. Πήρα μια βαθιά ανάσα και άρχισα να μιλάω.
«Όπως γνωρίζεις ιππότη ονομάζομαι Αnnelyse Hastings αποτελώ την επόμενη ζωή της πανούργας και δόλιας αρχιέρειας Μοrgause και έχω σταλθεί απ’το μέλλον για να βοηθήσω, Όπως σου είπα 1.500 χρόνια…»
«Εννοείς 1.500 χρόνια από τώρα;! Θες να πεις στο μέλλον μετά από 1.500 χρόνια;!»με διέκοψε ανήσυχος, μπερδεμένος.
«Ακριβώς, αλλά δεν χρειάζεται να το επαναλαμβάνουμε συνέχεια αυτό. Στην πορεία και με ότι επακολουθήσει, απ’τις ενέργειες μου και μόνο θα καταλάβεις πως σου λέω την αλήθεια. Τότε θα μπορέσεις να με εμπιστευτείς και θα έχεις πλέον τις αποδείξεις σου.»είπα.
Βάλθηκε να με κοιτά περίεργα, επεξεργάζοντας με χωρίς να λέει τίποτα. Έσπευσα να συνεχίσω καθότι δεν άντεχα το έντονο βλέμμα του.

«Δίπλα μου στέκεται η μεσαία μου αδελφή Hastings, η Εlena.»
«Χάρηκα Sir Lancelot.» Η Εlena άπλωσε το χέρι της προς τον ιππότη κι εκείνος το έφερε προς το μέρος της δισταχτικά, Εκείνη το άρπαξε απότομα κουνώντας το πέρα δώθε, Λίγο έλειψε να του το βγάλει. Το άφησε αμήχανα. «Αποτελώ την επόμενη ζωή της λαίδη Εleine, ετεροθαλής αδελφή του Αρθούρου, και αδελφή της Μοrgause και της Μοrgana. Επίσης..»
«Φτάνει Elena.»την διέκοψα ξεφυσώντας κουρασμένα. Χρωστούσαμε στον Lancelot την αλήθεια και θα την μάθαινε, δεν χρειαζόταν να γνωρίζει περισσότερα, πόσο μάλλον για την Κυρά της Λίμνης, εφόσον δεν την ήξερε.
«Σε γνωρίζω.»είπε εκείνος κάποια στιγμή και τότε εμείς τον κοιτάξαμε ξαφνιασμένες. «Όχι εσένα,»με έδειξε με το δείκτη του χεριού του, «Αλλά εσένα, τουλάχιστον την προηγούμενη ζωή σου, Σε είχα δει μόνο μία φορά όταν ήσουν βέβαια πολύ μικρή, είχες έρθει με τον τότε προστάτη και κηδεμόνα σου στο βασίλειο Daobeth.» Ο Lancelot σταύρωσε τα χέρια του, «Με τον Uther. Εκείνος κι ο βασιλιάς Ban είχαν καλές σχέσεις μεταξύ τους.»πρόσθεσε αδιάφορα.
«Μιλάς για το βασίλειο η πτώση του οποίου οφείλεται στους δράκους.»διαπίστωσε η Εlena έκπληκτη.
«Πως;!»έκανα εγώ κοιτώντας τώρα την αδελφή μου όλο αγωνία.
«Ο Μerlin την πρώτη βραδιά που φτάσαμε εδώ μας μίλησε γι αυτό. Πρόκειται για ένα βασίλειο που καταστράφηκε απ’τους δράκους για αδιευκρίνιστους όμως λόγους, χρόνια πριν. Από τότε το μόνο που απέμεινε είναι ερείπια.»είπε η Εlena με το βλέμμα της στραμμένο στην άμμο. Σήκωσε το κεφάλι της, η ματιά της συνάντησε εκείνη του ιππότη. «Lancelot, τι γύρευες εκεί;»
«Δεν είμαι αναγκασμένος ούτε να απαντήσω αλλά ούτε και να μιλήσω γι αυτό.»μας αποκρίθηκε εκείνος, αποστρέφοντας το βλέμμα του από εμάς. «Πόσο μάλλον σε εσάς,»
«Έχεις δίκιο μας συγχωρείς.»προσπάθησα να απολογηθώ.
Πριν το καταλάβω ο Lancelot είχε βγάλει αστραπιαία το ξίφος απ’το θηκάρι του απλώνοντας το προς το μέρος της Μorgan, στο ύψος των ματιών της, έτοιμος να της επιτεθεί. Εκείνη είχε φέρει τα χέρια στο στόμα της τρομοκρατημένη, όχι όμως επειδή φοβόταν την απότομη κίνηση του, αλλά…
«Ωωω καημένε μου, κακομοίρη μου… ταλαιπωρημένε μου Lancelot.»μουρμούρισε εκείνη με δάκρυα στα μάτια. «Η ζωή σου δεν διέφερε σχεδόν καθόλου απ’τη δική μας.»
«Μorgan βγες απ’το μυαλό του αμέσως!»βρυχήθηκα δυνατά. «Σου είπα να μείνεις πίσω, Γιατί δεν ακούς ποτέ;!»
«Και μετά μου λες γιατί φωνάζω;»σχολίασε αγανακτισμένη η Εlena.
«Συγγνώμη, ζητώ συγγνώμη, Δεν έπρεπε το ξέρω, αλλά γνωρίζετε κι εσείς πολύ καλά πως δεν μπορώ να ελέγξω πλήρως στις δυνάμεις μου.»δικαιολογήθηκε εκείνη πλέκοντας και ξεμπλέκοντας τα χέρια της με το κεφάλι χαμηλωμένο. Σήκωσε τα μάτια της αργά αργά προς τον ιππότη. «Ονομάζομαι Μorgan Hastings, Sir Lancelot. Είμαι η μικρότερη απ’τις αδελφές και λυπάμαι πολύ που φέρω την μορφή της Αρχιέρειας Μorgana. Δεν το επέλεξα εγώ, αλλά φαίνεται, όπως πολύ καλά φαντάζεσαι κι εσύ πως μοιάζω πολύ με την προηγούμενη ζωή μου.»
Εκείνος παραμέρισε το ξίφος του βάζοντας το ξανά στη θέση του, ρίχνοντας της κλεφτές ματιές όλο μίσος. Η ματιά του ήταν ανέκφραστη, απαθή, δίχως συναίσθημα.
«Τι μου έκανες μόλις τώρα;»την ρώτησε απότομα ζητώντας της εξηγήσεις.
«Είμαι εμβιωτική, μπορώ και διαβάζω τις σκέψεις, το μυαλό όσων βρίσκονται γύρω μου. Άθελα μου, τ’ορκίζομαι! Έτσι μαθαίνω τον χαρακτήρα τους, τα πάντα για τη ζωή τους. Το γνωρίζω πως είναι μία απ’τις μαγικές μου δυνάμεις, αλλά θα προτιμούσα να μην την έχω.Όλες αυτές οι φωνές, ο πόνος…» Η Μorgan δεν άντεχε και μόνο στη σκέψη κάθε φορά που μιλούσε για την τηλεπάθεια της. «Απλώς… σου ζητώ συγγνώμη και πάλι, συγχώρεσε με, ιππότη.»πρόσθεσε στο τέλος.
«Αυτό δεν είναι δύναμη, αλλά κατάρα.»είπε ο Lancelot κοιτώντας την βλοσυρά.
«Το ξέρω, αν κι κάποιος κάποτε το χαρακτήρισε κι ως χάρισμα.»ψιθύρισε η Morgan σιγανά.
«Το κορίτσι που φέρει την μορφή της Guinevere;»ρώτησε εκείνος ύστερα από λίγο, κοιτώντας τώρα πια πίσω απ’τον ώμο της Μorgan.
Έριξα μια ματιά στην Jane που ήταν η μόνη που με είχε ακούσει μένοντας πίσω στο βράχο, φέρνοντας το βλέμμα της στον αέρα και σφυρίζοντας έναν μουσικό σκοπό, παρατηρώντας τον ουρανό. Κόλλημα με την βασίλισσα πια. Μουρμούριζα από μέσα μου, ενώ έβραζα απ’το κακό μου.
«Α αυτή;! Είναι η ξαδέλφη μας, Jane Hastings. Αποτελεί την προηγούμενη ζωή της βασίλισσας Guinevere.»βιάστηκε να του εξηγήσει η Μorgan,
Αποδεσμεύτηκα απ’την Εlena, η οποία για άλλη μια φορά χτυπούσε με την παλάμη το μέτωπο της, διακρίνοντας την ανάρμοστη συμπεριφορά της μικρής μας αδελφής. Ο Lancelot έγειρε ξαφνιασμένος προς εμένα, όπως ακριβώς το περίμενα.
«Βασίλισσας;»επανέλαβε εκείνος κάπως απογοητευμένος.
«Ω ναι, κάποια στιγμή ο Αρθούρος κι η Guinevere παντρεύονται, ή μη μου πεις πως δεν περίμενες κάτι τέτοιο;»σχολίασα αυτή τη φορά εγώ ειρωνικά, σταυρώνοντας τα χέρια μου, ρίχνοντας του καχύποπτες ματιές,χαμογελώντας αχνά.
«Όχι, … θέλω να πω ναι.»κόμπιασε. «Έξαλλου πάει καιρός που έχω παραιτηθεί απ’αυτήν την αγάπη.»εξομολογήθηκε εκείνος αλλά το ύφος του και μόνο δεν με έπειθε.
«Αλήθεια λέει.»είπε τότε η Μorgan δείχνοντας τον με το χέρι δίπλα της. Ο Lancelot έγειρε προς εκείνη απηυδισμένος.
«Θα μπορούσες σε παρακαλώ να σταματήσεις να το κάνεις αυτό;! Είσαι χειρότερη κι απ’τον Μerlin!»
«Όχι, κάνεις λάθος ιππότη, Απ’τον Emrys μόνο εγώ έχω το δικαίωμα να είμαι χειρότερη.»είπε η Εlena παινεύοντας τον εαυτό της, έχοντας πάρει μια σαρδόνια έκφραση.
«Jane!!»φώναξα δυνατά κάνοντας νόημα στην ξαδέλφη μου να μας πλησιάσει. Έπρεπε να βιαστούμε, να δούμε ποια θα ήταν η επόμενη κίνηση μας από εδώ και πέρα.
It will be continued, don't worry...

Έχει επεξεργασθεί από τον/την Leonette Fossoway στις Τρι Ιουν 24, 2014 3:49 pm, 3 φορές συνολικά